Οι πρόσφατες ευρωεκλογές επιβεβαίωσαν την τάση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, σε όλο τον δυτικό κόσμο, για μειωμένη συμμετοχή στις εκλογικές αναμετρήσεις κάθε είδους.
Στην πορεία των αιώνων η κοινοβουλευτική δημοκρατία έγινε πιο συμπεριληπτική, βρίσκοντας τρόπους να δώσει βήμα και ρόλο σε ομάδες αποκλεισμένες ή ύπο-εκπροσωπούμενες. Το δικαίωμα ψηφοφορίας επεκτάθηκε σε ανθρώπους δίχως περιουσία, σε γυναίκες, σε νέους, σε μη-γηγενείς.
Παρόλα αυτά στην εποχή μας η συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες είναι περιορισμένη γιατί οι πολίτες νιώθουν πως τα κοινοβούλια, είτε τα εθνικά είτε το ευρωπαϊκό, έχουν απωλέσει μεγάλο μέρος της ισχύς τους από τις κυβερνήσεις και κυρίως από τα υπερεθνικά όργανα, στα οποία αποφασιστικό ρόλο έχουν πρόσωπα μη εκλεγμένα από τους πολίτες. Αυτό το δημοκρατικό έλλειμμα, παρότι έχουν γίνει προσπάθειες αντιμετώπισής του, πληγώνει βαριά τη δημοκρατία.
Επίσης, η αυξανόμενη διείσδυση τεχνοκρατών και η εκχώρηση καθοριστικών αποφάσεων σε όργανα με μη άμεση λαϊκή νομιμοποίηση, επιδεινώνει την απογοήτευση των πολιτών, καθώς αυτοί οι τεχνοκράτες, ως μη υπόλογοι στους πολίτες, συχνότατα υιοθετούν πολιτικές που δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη το λαϊκό αίσθημα και τις ανάγκες της καθημερινότητας των πολιτών. Όταν η ζωή των πολιτών γίνεται δυσχερέστερη, η αποχή είναι το λιγότερο που μπορεί να περιμένει κανείς.
Επίσης, επειδή συχνά μνημονεύουμε την αρχαία ελληνική δημοκρατία, χρειάζεται να προσέξουμε μια βασική της παράμετρο. Η αρχαία ελληνική δημοκρατία είχε ως θεμέλιό της το κοινό αγαθό. Όλα γίνονταν χάριν της πόλης, του συνόλου. Ο Σωκράτης, στην Πολιτεία του Πλάτωνα, τονίζει ότι το καθήκον του νομοθέτη είναι η διασφάλιση του κοινού αγαθού. Αυτό βέβαια είχε ως επίπτωση την αδιαφορία για τα ατομικά δικαιώματα, τα οποία ενίοτε ισοπεδώνονταν χάριν του συμφέροντος της πλειοψηφίας. Μετά τον Διαφωτισμό, δώσαμε έμφαση στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων εντός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Από εκεί όμως έως τη σύγχρονη κατάσταση, όπου κάνουμε πολιτική συχνά με μοναδικό γνώμονα τα identity politics, ο δρόμος είναι πολύς. Χρειάζεται να επανεφεύρουμε μια νέα ισορροπία, όπου το κοινό αγαθό θα διασφαλίζεται, χωρίς να αδικούνται μειονότητες ή άτομα.
Επίσης, η συμμετοχή στις εκλογές υπονομεύεται και από άλλους δύο παράγοντες: την απομείωση της πολιτικής αρχών και αξιών και του χαμηλής ποιότητας πολιτικού discours. Η πολιτική, από τη φύση της, για να κινητοποιεί ανθρώπους χρειάζεται μεγάλα ηθικά οράματα. Η πολιτική χωρίς ηθική είναι μια μορφή αδικίας, όπως είχε πει ο Ιερός Αυγουστίνος. Η πολιτική χωρίς αρχές και αξίες δεν κινητοποιεί τους πολίτες. Η υποκατάσταση της πολιτικής από πολιτικές, μέτρα μόνο χωρίς ηθική και ιδεολογική πυξίδα, χρεοκόπησε τόσο στην Ευρώπη όσο και αλλού. Από την άλλη, ο πολιτικός διάλογος συχνά είναι παρωχημένος και δεν αφορά τις μεγάλες προκλήσεις: την τεχνητή νοημοσύνη, τη βιοτεχνολογία, τον πολιτισμικό πόλεμο μεταξύ συντηρητικών και φιλελευθέρων, την ασύμμετρη ανάπτυξη ασιατικών δυνάμεων κ.λπ. Το πλέον δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας θέλει απαντήσεις για αυτά και δεν τις παίρνει.
Ο Αριστοτέλης, στα Πολιτικά του, γράφει ότι το κύριο γνώρισμα του πολίτη είναι η συμμετοχή στην απονομή δικαιοσύνης και στην άσκηση εξουσίας και ότι πολίτης είναι αυτός που είναι ικανός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί.
Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει, στο σύγχρονο κόσμο, μόνο από την επέλαση του αυταρχισμού, ο οποίος δυστυχώς έχει βρει έδαφος και στην ήπειρό μας, αλλά και από την έλλειψη ενδιαφέροντος και συμμετοχής των πολιτών. Η δημοκρατία αυτό-υπονομεύεται από την αδιαφορία, γιατί τότε σταδιακά εκτρέπεται σε ολιγαρχία.