O Βουλευτής ΝΔ και πρώην Υπουργός, Γιάννης Οικονόμου, σε συνέντευξή του στον Real 97,8 σημείωσε ότι η Αντιπολίτευση υπονομεύει το έργο της Δικαιοσύνης στην τραγωδία των Τεμπών.
Αναλυτικά όσα είπε:
«Όταν ήρθε στη Βουλή η δικογραφία του κυρίου Τριαντόπουλου, το οποίο όπως αποδείχθηκε από τη δημόσια συζήτηση, ήταν σε γνώση όλου του πολιτικού προσωπικού -απλώς οι προτεραιότητες ορισμένων εκείνο το διάστημα ήταν διαφορετικές- αξιολόγησε ο καθένας με βάση τα στοιχεία και την τροπή που είχε πάρει η υπόθεση εκείνη τη στιγμή αν ήταν ώριμες οι συνθήκες ή αν θα ήταν προς την κατεύθυνση διευκόλυνσης διαλεύκανσης της υπόθεσης να κατατεθούν προτάσεις προανακριτικής.
Κανένα πολιτικό κόμμα δεν αξιολόγησε σε εκείνη τη συγκυρία ή πολιτική φάση ότι ήταν κατάλληλες οι συνθήκες, ή ότι το σύνολο της εικόνας που είχαν, τους επέβαλε να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Γι αυτό και η πρόταση για προανακριτική κατατέθηκε σε αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή, εκτός και αν εντάσσεται σε σχέδια άλλα που δεν έχουν να κάνουν με τη διαλεύκανση της υπόθεσης στο σύνολό της, αλλά με μια συνολικότερη πολιτική διαχείριση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα στοιχεία ήταν σε γνώση όλων. Η πραγματικότητα είναι ότι για λόγους που επέλεξαν ή οι ίδιοι γνωρίζουν δεν διάλεξαν να προχωρήσουν εκείνη τη στιγμή στην πρόταση για προανακριτική, αλλά πολύ αργότερα. Η Κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή είχε την άποψη ότι περιμένουμε από τη Δικαιοσύνη να προχωρήσει στη διαλεύκανση. Πάντα ήμασταν ανοικτοί, ανά πάσα στιγμή η Δικαιοσύνη ή η Βουλή χρειαζόταν κάτι παραπάνω, θα το εξετάσουμε με βάση τα στοιχεία.
Έχω την αίσθηση ότι η τροπή που έχει πάρει η δημόσια συζήτηση δεν πρέπει να αφήνει ικανοποιημένο κανέναν, τους πολίτες και τις πολιτικές δυνάμεις.
Γιατί ενώ εκείνο που θέλουμε είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη και ευθύνη μέσα από τις διαδικασίες που οι οργανωμένες πολιτείες και οι δημοκρατίες προβλέπουν, εδώ η συζήτηση εκτρέπεται αλλού. Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν το μονοπώλιο της ευαισθησίας, αποκλείοντας πολιτικούς αντιπάλους. Μιλώντας με πολύ μεγάλη ευκολία για συγκάλυση, άρα μας αρνούνται το να συμμεριζόμαστε και εμείς αυτήν την κοινωνική ανάγκη να αποδοθεί δικαιοσύνη σε αυτή την εθνική τραγωδία των Τεμπών, διεξάγονται τηλεδίκες, υποδύονται πολιτικοί τους μηχανολόγους, τους πυροτεχνουργούς και βγάζουν πορίσματα πριν έχουμε τα συνολικά δεδομένα. Η συζήτηση δεν βοηθά, αποπροσανατολίζει από το επίδικο και σε κάθε περίπτωση εμείς -η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η ΝΔ- δεν πρέπει να παρασυρθούμε στην όποια εργαλειοποίηση γίνεται από τους πολιτικούς μας αντιπάλους, αλλά να μείνουμε προσηλωμένοι στην διαλεύκανση μέσα από τη Δικαιοσύνη. Είναι το κυρίαρχο ζητούμενο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη διαχείριση της υπόθεσης αυτής από την πλευρά της Κυβέρνησης υπήρξαν μια σειρά από λανθασμένοι χειρισμοί και όταν στην κοινωνία εμπεδώνεται μία αμφιβολία, σημαίνει ότι και εμείς κάτι δεν έχουμε κάνει καλά.
Δεν υποτιμώ ούτε το κλίμα συνωμοσιολογίας, ούτε το κλίμα καχυποψίας απέναντι στους θεσμούς -δεν το βλέπουμε μόνο στο συγκεκριμένο θέμα- αλλά έχει εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη εξαιτίας μιας σειράς από λαθεμένους χειρισμούς ένα κλίμα αμφιβολίας και αμφισβήτησης των προθέσεων της κυβέρνησης να βοηθήσει από την πλευρά της στη διαλεύκανση αυτής της υπόθεσης. Μπορώ να δεχθώ τα πάντα, αυτό που σε καμία περίπτωση δεν αποδέχομαι και το λέω με όλη τη δύναμη της ψυχής μας είναι ότι ούτε υπήρχε η παραμικρή διάθεση ή κίνηση συγκάλυχης και ούτε θα μπορούσε να υπάρχει σε ένα τέτοιο που αφορά παιδιά που χάθηκαν, ένα συλλογικό τραύμα στην ελληνική κοινωνία που μας πονά όλους το ίδιο -αφήνω τους συγγενείς απέξω το λέω κάθε φορά προς αποφυγή παρεξηγήσεων- και που κανείς δεν δικαιούται να λέει ότι είναι περισσότερο ευαίσθητος ή σοκαρισμένος από τον οποιονδήποτε άλλον.
Πήγα στα Τέμπη από την πρώτη στιγμή μαζί με τον Πρωθυπουργό και θεωρώ ανυπόστατο, αστήριχτο, άδικο, ανήθικο να μας χρεώνουν οι πολιτικοί μας αντίπαλοι ότι οι σκέψεις μας φεύγοντας από τα Τέμπη, από το νοσοκομείο, όπου αντικρίσαμε τους γονείς, ήταν πώς θα προβούμε σε οποιεσδήποτε μεθοδεύσεις ως κυβέρνηση για να συγκαλύψουμε αυτή την τεράστια εθνική τραγωδία.
Μπορώ να δεχθώ από ενστάσεις για λάθη ή για παραλείψεις που τροφοδότησαν αυτό το κλίμα καχυποψίας που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία, όμως σε καμιά περίπτωση ούτε το ήθος, ούτε το ηθικό καθήκον οποιουδήποτε αξιωματούχου συμμετέχει στην Κυβέρνηση και υπηρετεί τις αξίες αυτής της παράταξης δεν συνάδει με τη διάθεση της οποιασδήποτε συγκάλυψης αυτής της υπόθεσης.
Σε ό,τι αφορά το αίτιο της έκρηξης ακόμη μιλούμε με εικασίες και προς τη μία κατεύθυνση και προς την άλλη. Δεν είμαι ειδικός, όλα αυτά βρίσκονταν και βρίσκονται στη διάθεση της δικαιοσύνης ό,τι και αν έλεγε οποιοσδήποτε.
Δεύτερον, σε ό,τι αφορά τον Πρωθυπουργό. Ο Πρωθυπουργός με τα διαθέσιμα στοιχεία που είχε, εκείνη την ώρα που έκανε τις δηλώσεις, είπε αυτά που είπε. Όταν έρχονται στη δημοσιότητα και άλλα ενδεχόμενα, περιπτώσεις, γεγονότα, ο Πρωθυπουργός υποχρεούται να διαφοροποιήσει τη θέση του σε σχέση με τα γεγονότα. Προφανώς και έχει κόστος αυτό. Εδώ, όμως, το βασικό και το επίδικο δεν είναι το κόστος, ούτε να ζητήσουμε τη δημιουργία των εντυπώσεων γιατί αυτό έγινε στο παρελθόν σε άλλες μεγάλες δικαστικές υποθέσεις και χάθηκε η ουσία. Το βασικό είναι να αφήσουμε τη δικαιοσύνη μακριά και πέρα από τη δημιουργία εντυπώσεων και διεκδίκηση της οποιασδήποτε εφήμερης εντύπωσης, να κάνει σωστά τη δουλειά της με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία.
Είναι ή δεν είναι αυτή η κυβέρνηση που ανέθεσε μέσω του οργανισμού διερεύνησης ατυχημάτων στους πραγματογνώμονες της Γάνδης να καταθέσουν το δικό τους πόρισμα σε ό,τι αφορά το αίτιο της σύγκρουσης; Δηλαδή, έχουμε μία κυβέρνηση με δύο, τρία, τέσσερα, πέντε πράγματα;
Όλα θα πρέπει να αξιολογηθούν και να αποδοθούν ευθύνες σε όσους εμπλέκονται αν έκαναν κάτι περίεργο, αν δεν βοήθησαν όσο έπρεπε, αν έχουν την παραμικρή ευθύνη και εμπλοκή σε αυτό το τραγικό δυστύχημα που συνέβη. Αλλο αυτό και άλλο να προσπαθούν ορισμένοι να στηρίξουν το επιχείρημα της συγκάλυψης ακόμη και αν υπήρχαν λάθη ή αβλεψίες και άλλο να αμφισβητούμε ότι έχουμε όλοι μας απόλυτη αφοσίωση στο να βρεθεί η αλήθεια χωρίς σκιές.